Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Με στίχους του Ελύτη... δημιουργούμε!

Όταν οι στίχοι του Ελύτη εμπνέουν...
οι μαθητές γίνονται ποιητές!


Οι άγγελοι τραγουδάνε. Και οι ερωτευμένοι επίσης.
Σ’ αγαπάω, μ’ ακούς;
Γι’  αυτό, κοντά στα ποιήματά μου, δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι, ή αλλιώς, μιλά κανείς για τα πράγματα που αγαπάει, και από εκεί και πέρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν.
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα.
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
να μπαίνω σαν Πανσέληνος.
Από παντού, να σε φυσώ να σε πηγαίνω.
Μεσ’  από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές.
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο.
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά.
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή.
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο.
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα.
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου.
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι.
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’  αλλού φερμένο.
Δεν τ’  αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες τον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
Σ’ αγαπάω, μ’ ακούς;
Κ. Α.

Μέρα με τη μέρα ζω –πού ξέρω όμως αύριο τι θα ξημερώσει. Για αυτό πιάνω το πρέπει από το ιώτα και το γδέρνω ίσαμε το πι. Πάντα εμείς το φως και η σκιά στην γη. Χίλιοι δύο προφυλάνε σε κοιτάν και δεν μιλάνε. Είσαι σήμερα μονάρχης και ώσαμε αύριο δεν υπάρχεις.
Μ. Α.




Απόψε βράδυ Αυγούστου οχτώ
άρχισαν οι λέξεις μου να εκδίδονται.
Δεν παίζω με τα λόγια.
Έχοντας ερωτευτεί κ αι κατοικήσει αιώνες
μες στη θάλασσα έμαθα γραφή και ανάγνωση
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’  αγαπάω και στην αγάπη
ξέρω να μπαίνω σαν Πανσέληνος
από παντού για εσένα.
Σ’  αγαπάω μ’ ακούς;
Αυτό που λέμε «σ’ αγαπώ»
στα δέντρα θα το τρίξω
Με τον αέρα να σ’ το πω
και να σου το φυσήξω.
Ό,τι εθέλησε η ζωή να μου εχαρίσει
το χρωστώ σ’  ένα είδους ειδικού θάρρους
που μου δωκεν η Ποίησις: να γίνομαι
άνεμος για το χαρταετό και χαρταετός για τον άνεμο.
Μέρα τη μέρα ζω –πού ξέρεις αύριο τι ξημερώνει
Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο και αν το κυνηγά
πάντα θα ‘ναι αργά,
δεύτερη ζωή δεν έχει.
Γι’  αυτό στο ξαναλέω
Σ’ αγαπάω μ’ ακούς;
Μ. Γ.

Η δροσιά γεννιέται μεσ’ τα φύλλα
όπως μεσ’ τον απέραντο ουρανό
το ξάστερο συναίσθημα.

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’  ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή

«Σού ΄μελλε να χαθείς εδώ για να σωθείς μακριά».

Παράθυρα τρεμάμενα στο φως του εσπερινού
Μια στιγμή που προσπέρασες την ευτυχία
Σαν τραγούδι όπου κρύφθηκε μήπως το δεις.

Δεν παίζω με τα λόγια. Μιλώ για την κίνηση που ανακαλύπτει κανείς να σημειώνεται μέσα στη «στιγμή» όταν καταφέρει να την ανοίξει και να της δώσει διάρκεια.

Μ’ ένα τίποτα έζησα
Μονάχα οι λέξεις δε μου αρκούσανε.

Θα ‘ρθει μέρα, μ’ ακούς

Είναι νωρίς ακόμη μές στον κόσμο αυτόν, μ’ ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα μ’  ακούς;

Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει ακούς;
ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωνάζει
ακούς;
Είμ’  εγώ που φωνάζω κι είμ’  εγώ που κλαίω, μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς.

Δρόμο σε πήγα, δρόμο μακρινό
νυχτόμερα βαδίζοντας
πείνασα και ματώθηκα
μα να σ’ αφήσω δεν μπορώ.

Ο ουρανός μου είναι βαθύς κι ανάλλαχτος.
Ό, τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα.
Ό, τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα.

Και περάσανε μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα. Και θερίσανε πλήθος τα θηρία, και άλλους εμάζωξαν.

Μοίρα των αθώων, πάλι μόνη, νά σε, στα Στενά!
Στα Στενά τα χέρια μου άνοιξα
Στα Στενά τα χέρια μου άδειασα
κι άλλα πλούτη δεν είδα, κι άλλα πλούτη δεν άκουσα
παρά βρύσες κρύες να τρέχουν.

Μέρα τη μέρα ζω, πού ξέρεις αύριο τι ξημερώνει.

Στα φανερά και στα κρυφά
σου το ΄πα για τα σύννεφα.
Για σένα και για μένα.
Μ. Β.

 Ω σώμα του καλοκαιριού γυμνό καμένο.
Με φύκια ή βότσαλα.
Περάσανε τα χρόνια φύλλα ή βότσαλα
Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς.

Μ’ ένα τίποτα έζησα
Μονάχα οι λέξεις δεν μου αρκούσανε
Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωθα
πρώτη φορά το ανθρώπινο βάρος σου
Το ανθρώπινο σώμα σου πηλό και αμαρτία

Ακουστά σ’  έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πρόσεχε να προφέρεις καθαρά τη λέξη
θάλασσα αν μ’  αγαπάς.

Σ’  έκανα πουκάμισό μου
σε φορώ και περπατάω
Με το σώμα το δικό μου
στο δικό σου σε κρατάω.

Να μαδάω γιασεμιά –κι έχω τη δύναμη
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Για να πατάς στερεά στη γη
Επειδή σε αγαπάω και στην αγάπη ξέρω
Με ένα τίποτα έζησα
Δεν παίζω με τα λόγια
Όμως της ημέρας η κεντιά του πόνο δεν αφήνει
«Μη» κι ύστερα πάλι «Μη»,
«Μωρό μου»,
Να τσακίσω εκείνο που δεν γίνεται,
Η ψυχή μου ζητούσε Σηματωρό και
Κήρυκα,
Όλος ο κόσμος να απορεί,
Η αγάπη μου πεθαίνει,
Και μες τα δάκρυα την κοιτώ,
Που μόλις ανασαίνει,
Γίνεται η αγάπη αιώνια,
Την αγάπη να σου φέρει;


Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωθα πρώτη φορά το ανθρώπινο βάρος σου
βοή σε απόσταση μηνών, Ω! λινό καλοκαίρι
κι εκείνα τα χέρια σαν όπου θα τυραννιέται ο έρωτας.
Το ανθρώπινο σώμα σου πηλό και αμαρτία.
Μα βοή σε απόσταση μηνών.
Ω! λινό καλοκαίρι
Ω! σώμα του καλοκαιριού γυμνό καμένο
γλείφω και γεύομαι την αρμύρα του.
Χειμώνα ελάχιστε, λινό καλοκαίρι.
Περάσανε τα χρόνια, φύλλα ή βότσαλα και εγώ
περιμένω κάθε Απρίλη.
Ω! λινό καλοκαίρι των ερώτων μου όλων
Ο πολιούχος.

Απόψε βράδυ Αυγούστου οχτώ
πόρτες παράθυρα ανοιχτά
νιώθω, ξάφνου να μου κόβεται η μιλιά
με κείνη τη θέση στα δεσμά μου.


«Μια φορά και έναν καιρό»

Άκουσα μες στον ύπνο σου
που κολυμπούσε ο κύκνος σου

Σ’ έκανα πουκάμισό μου
σε φορώ και περπατώ
με το σώμα το μισό μου
στο δικό σου που κρατώ

Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω
λουΐζα και βασιλικό

Ν’ ανάβουν οι Άγιοι κερί
στη χάρη των δυονώ μας
και τα ψαράκια να φιλούν
την άκρη των ποδιών μας

Ασ’ τον άνεμο να λέει άσ’ τον να λυσσά
κάποιος θά ‘ναι ο Αγαμέμνων κάποια η φόνισσα

Αχ αλί κι αλίμονό μας
μες στον κόσμο το δικό μας
Είσαι σήμερα μονάρχης
κι ώσαμ’  αύριο δεν υπάρχεις

Οι βάρκες να ανεβαίνουνε
ως τα ψηλά μπαλκόνια

Νά ΄χα μια γομολάστιχα
να πιάνει στα Γραμμένα
να σβήσω τα τετράστιχα
και να κρατήσω εσένα.
Κ. Ξ.

Κυριακή 3 Ιουνίου 2018

15:17 to Paris


«The 15:17 to Paris: The True Story of a Terrorist, a Train, and Three American Heroes» των Άντονι Σάντλερ, Άλεκ Σκαρλάτος, Σπένσερ Στόουν και Τζέφρι Ι. Στερν
Οι τρεις φίλοι κατάφεραν να σώσουν τις ζωές παραπάνω από 500 ανθρώπων με όπλο τη φιλία τους και την αγάπη τους για το στρατό.

Αληθινοί ήρωες , αληθινοί πρωταγωνιστές παίζουν τον εαυτό τους για τους άλλους!!!!!
Όλη η πορεία της κοινής τους ζωής, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενηλικίωση και πολλά απίθανα περιστατικά τους οδήγησαν σ’ αυτή τη στιγμή ηρωισμού. Μάλλον δεν πρέπει να μιλάμε για κακούς μαθητές.

Στη μεγάλη οθόνη ξετυλίγεται η ιστορία τριών Αμερικανών που σταμάτησαν έναν τρομοκράτη στις 21 Αυγούστου του 2015 σε μια αμαξοστοιχία με προορισμό την Πόλη του Φωτός στο τρένο.
«Αυτό που έκαναν τα παιδιά ήταν να δείξουν ότι ο απλός άνθρωπος μπορεί όχι μόνο να έχει φοβερά ένστικτα, αλλά και να λειτουργεί με βάση αυτά. Σίγουρα ήταν έτοιμοι γιατί είχαν στρατιωτική και ιατρική εκπαίδευση, αλλά δεν ήταν στο πεδίο της μάχης και δεν ήταν προετοιμασμένοι για αυτό το περιστατικό. Είδαν απλώς κάτι να συμβαίνει και συνεργάστηκαν για να σώσουν οι τρεις τους πολλές ζωές. Αν μπορούν αυτοί, μπορούμε κι εμείς.»  Κλιντ Ίστγουντ