Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Ο ΠΙΑΝΙΣΤΑΣ

πώς μπόρεσαν να φερθούν απάνθρωπα  οι ναζί  σε εκατομμύρια άντρες, γυναίκες και παιδιά μόνο και μόνο επειδή ήταν Εβραίοι; 

Η συγκλονιστική μαρτυρία ενός ανθρώπου, ενός μουσικού που αντιστάθηκε στο
θάνατο αλλά και το ημερολόγιο ενός γερμανού αξιωματικού που διέσωσε την ανθρωπιά του μέσα στην κτηνωδία
αποδίδουν την προσωπική ιστορία του σκηνοθέτη, Ρόμαν Πολάνσκι...

Το 1939 ο Βλαντισλάβ Σπίλμαν, νεαρός τότε πιανίστας στη Βαρσοβία, έπαιζε το Νυχτερινό του Σοπέν σε ντο δίεση ελάσσονα ζωντανά στο ραδιόφωνο. Ήταν οι τελευταίες νότες που αναμεταδόθηκαν στη Βαρσοβία, καθώς λίγο αργότερα μια γερμανική βόμβα κατέστρεψε τους πομπούς του Πολωνικού Ραδιοφώνου. 
 Το 1940, συγκεντρώνονται όλοι στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Εκεί αντιμετωπίζουν την πείνα, την καταδίωξη και τον εξευτελισμό από τους Ναζί και τον συνεχή φόβο του θανάτου ή βασανισμού. Σύντομα, τους πηγαίνουν στις εγκαταστάσεις εξολόθρευσης στην Τρεμπλίνκα. Ο Βλαντισλάβ σώζεται την τελευταία στιγμή από έναν αστυνομικό του Εβραϊκού Γκέτο, που τυγχάνει να είναι οικογενειακός φίλος. Μακριά πλέον από την οικογένειά του, παραμένει στο Γκέτο ως εργάτης-σκλάβος στις γερμανικές μονάδες κατασκευής ενώ αργότερα αφήνεται στη βοήθεια όσων μη-Εβραίων γνωστών του τον θυμούνται ακόμα.
Όσο ζει κρυμμένος, γίνεται μάρτυρας πολλών θηριωδιών που διαπράττουν τα Ες-Ες, όπως μαζικές δολοφονίες, ξυλοδαρμούς και εμπρησμούς. Παρακολουθεί επίσης την επανάσταση που λαμβάνει χώρα στο Γκέτο, χωρίς να μπορεί να προσφέρει ή να αντιδράσει με άλλο τρόπο. 
Το 1941 η ζωή στη Βαρσοβία γίνεται όλο και χειρότερη. Η Πολωνική αντίσταση γνωρίζει αποτυχίες ενάντια στη γερμανική κατοχή, κάτι που οδηγεί στη ραγδαία μείωση του πληθυσμού. Ο Σπίλμαν εν τω μεταξύ, αγγίζει το θάνατο λόγω αρρώστιας (ίκτερου) και υποσιτισμού. Μετά την απομάκρυνση όλου του πληθυσμού της Βαρσοβίας και των Γερμανών λόγω του Ρώσικου στρατού που πλησιάζει, μένει εντελώς μόνος.
Τριγυρνά στα λιγοστά σπίτια που δεν έχουν καταστραφεί εντελώς και ψάχνει για φαγητό. Ενώ προσπαθεί απεγνωσμένα να ανοίξει μια κονσέρβα διαπιστώνει με τρόμο πως κάποιος τον παρακολουθεί. Ωστόσο δεν ήταν η περίπολος, αλλά ένας ένστολος Γερμανός, ο Βιλμ Χόσενφελντ. Ο Σπίλμαν έχει παραλύσει στην ιδέα του θανάτου, αλλά ο Γερμανός του ζητά απλά να του παίξει κάτι στο πιάνο. Ο Σπίλμαν, μια σκιά πλέον του παλιού εαυτού του, παίζει την Μπαλάντα του Σοπέν. Ο Γερμανός συγκινημένος του επιτρέπει να συνεχίσει να κρύβεται στη σοφίτα και του φέρνει τακτικά φαγητό, σώζοντάς του τη ζωή.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι Γερμανοί αναγκάζονται να υποχωρήσουν λόγω του Κόκκινου Στρατού. Στην τελευταία τους συνάντηση, ο Γερμανός ρωτά τον Σπίλμαν το όνομά του και όταν εκείνος του απαντά, αναφωνεί πως είναι ταιριαστό όνομα για πιανίστα (το Szpilman είναι ομόφωνο του γερμανικού spielmann που σημαίνει «αυτός που παίζει»), και του υπόσχεται πως θα τον ακούει στο ραδιόφωνο. Επίσης του δίνει το σακάκι του, κάτι που παραλίγο να αποβεί μοιραίο αφού οι Πολωνοί τον μπερδεύουν για Γερμανό.
Σε ένα κοντινό στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο Γερμανός ευεργέτης του Σπίλμαν βρίσκεται εκεί μαζί με πολλούς άλλους Γερμανούς και παρακαλεί έναν Πολωνό μουσικό να μιλήσει στον Σπίλμαν για να τον ελευθερώσει. Ο Σπίλμαν, που πλέον εργάζεται ξανά στον ραδιοφωνικό σταθμό, φτάνει πολύ αργά. Όλοι οι αιχμάλωτοι έχουν μεταφερθεί χωρίς να αφήσουν ίχνος πίσω τους. 

 Ο Σπίλμαν παρέμεινε στη Βαρσοβία όπου πέθανε το 2000 σε ηλικία 88 ετών ,ο Γερμανός ευεργέτης του πέθανε το 1952 σε ένα Σοβιετικό στρατόπεδο, μετά από εφτά χρόνων απάνθρωπα βασανιστήρια, σε κατάσταση πλήρους ψυχικής διαταραχής. Ο Σπίλμαν τον έψαχνε για ένα χρόνο. Το 1950 έμαθε το όνομα, προσπάθησε να τον απελευθερώσει χωρίς, όμως, επιτυχία. Το 1957 επισκέφθηκε την οικογένεια του στη Δυτική Γερμανία.

Σε απάνθρωπες εποχές, το να είσαι άνθρωπος δείχνει μερικές φορές  η ρ ω ι σ μ ό.


Οι Los Angeles Times το ανακήρυξαν βιβλίο της χρονιάς (1999) στην Αμερική, στην κατηγορία non fiction. Οι Sunday Times του Λονδίνου το κατέταξαν στις πρώτες πέντε βιογραφίες του 1999. Το γαλλικό λογοτεχνικό περιοδικό Lire το ανακήρυξε βιβλίο της χρονιάς το 2001. Το βιβλίο έχει ήδη πουλήσει εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα σε όλο τον κόσμο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου